Με την κατάλληλη φροντίδα, τα δόντια που έχουν υποβληθεί σε ενδοδοντική θεραπεία θα διαρκέσουν όσο και τα άλλα φυσικά δόντια. Ωστόσο, ένα δόντι που έχει θεραπευτεί μπορεί να μην επουλωθεί ή ο πόνος μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει. Μερικές φορές, ο πόνος μπορεί να εμφανιστεί μήνες ή και χρόνια μετά τη θεραπεία. Εάν συμβεί αυτό, μπορεί να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία να σωθεί το δόντι σας, προχωρώντας σε επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας.
Η επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας μπορεί να βοηθήσει στην ανακούφιση των επώδυνων συμπτωμάτων. Μπορεί επίσης να αντιμετωπίσει τις ατέλειες, να εξαλείψει τις λοιμώξεις και να επιδιορθώσει οστικές αλλοιώσεις, επαναφέροντας τη λειτουργία στο δόντι σας.
Όταν επιλέγεται εκ νέου η επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας ως λύση στο πρόβλημά σας, το δόντι ανοίγεται ξανά, ώστε να αποκτηθεί πρόσβαση στο υλικό έμφραξης του ριζικού σωλήνα. Αυτό το υλικό αποκατάστασης θα αφαιρεθεί για να επιτραπεί η πρόσβαση στον ριζικό σωλήνα. Το εσωτερικό του δοντιού εξετάζεται προσεκτικά με τη χρήση χειρουργικού μικροσκοπίου για την ύπαρξη τυχόν προβληματικών καταστάσεων που επιβαρύνουν τη πρόγνωση του δοντιού (πχ ύπαρξη ρωγμής ή κατάγματος). Αφού εφαρμοστούν τα κατάλληλα πρωτόκολλα αντισηψίας και μηχανικής προπαρασκευής, ο ριζικός σωλήνας εμφράσσεται και τοποθετείται προσωρινό σφράγισμα στο δόντι. Επίσης δύναται η παρασκευή φρεατίου για την υποδοχή ενδορριζικού άξονα κατόπιν υποχρεωτικής συνεννόησής μας με τον/ την παραπέμποντα/ουσα οδοντίατρο.
Με το πέρας της επανάληψης της ενδοδοντικής θεραπείας, θα χρειαστεί να επιστρέψετε στον/ην παραπέμποντα/ουσα οδοντίατρό σας το συντομότερο δυνατό, προκειμένου να τοποθετήσετε μια νέα στεφάνη ή τελική αποκατάσταση, για να επανέλθει η πλήρης λειτουργικότητα του δοντιού.